Ένας φυσικός τοκετός σε νοσοκομείο. Ένας τοκετός με ανοιχτά μάτια και καρδιά. Η γέννα μου.
Όπως έχω διαπιστώσει μέσα από την εμπειρία μου 40 χρόνια στη ζωή αυτή, τίποτε δεν είναι για όλους. Ό,τι συνιστά αλήθεια για κάποιον, στον άλλον ηχεί σαν τρέλλα. Έτσι απλά. Κάνω αυτή την εισαγωγή γιατί ξέρω πως σε κάποιους από εσάς, όλα αυτά θα φανούν σαν τρέλλα. Για μένα είναι η αλήθεια μου. Στη ζωή συναντάμε ό,τι θέλουμε να συναντήσουμε. Ακούμε ό,τι θέλουμε να ακούσουμε. Βρίσκουμε εν τέλει, ό,τι έχουμε μέσα μας. Γευόμαστε αυτά που είμαστε έτοιμοι και ανοιχτοί να γευτούμε. Αγγίζουμε όσα θέλει να φτάσει το «χέρι» μας. Και αν τυχόν ακούσουμε κάτι που δεν είμαστε έτοιμοι να επεξεργαστούμε σε βάθος, τότε το παρακούμε. Τίποτα παραπάνω τίποτα λιγότερο. Υπάρχει περίπτωση να αναζητά κανείς την αγάπη και να μην τη βρίσκει; Ούτε μια στο εκατομμύριο! Όποιος ζει μέσα στο φόβο, θα γευτεί τις συνέπειές του, τα παρακλάδια του, τα παιδιά του φόβου. Ό,τι σπέρνεις θερίζεις.
Θα σας μιλήσω από καρδιάς για την εμπειρία που είχα να γεννήσω τον γιο μου. Θα σταθώ σε κάποια σημεία που εγώ θεωρώ σημαντικά και που θα ήθελα να ακουστούν, διαβαστούν από εκείνες/ους που είναι «έτοιμοι» να ακούσουν και να υποδεχτούν με ανοιχτή την καρδιά και το νου τους την εμπειρία μου.
Το πρωί του Σαββάτου ξύπνησα στις 6 το πρωί από πόνους, σαν πόνους περιόδου. Η μέρα κύλησε σαν νεράκι μέχρι τις 6:30 – 7:00 που πήγα στο νοσοκομείο Μητέρα, όχι χωρίς απρόοπτα, βέβαια. Ίσως ακριβώς λόγω των απρόοπτων κύλησε σαν νεράκι. Στις 12 το μεσημέρι είδα τη μαία μου στο «Σπίτι Θηλασμού» όπου ήταν και το ραντεβού μας. Μετά τον καρδιοτοκογράφο και αφού βεβαιωθήκαμε ότι όλα πηγαιναν ρολόι με εμένα και το μωρό, με καθησύχασε ότι “μπαίνω στη διαδιακασία της γέννας” αλλά “να μην το δένω σκοινί κορδόνι ότι θα γεννήσω σήμερα, μπορεί και αύριο μπορεί και μετά από μια βδομάδα, καθότι οι πόνοι μπορεί και να σταματήσουν και να ξαναξεκινήσουν μετά από μέρες.
Το προκαθορισμένο ραντεβού μου για “ρίζα” στο κομμωτήριο του Χαλανδρίου που βρισκόμουνα δεν πήγε και τόσο καλά. Βαφή χωρίς αμμωνία όπως είχα ζητήσει όταν έκλεινα το ραντεβού, δεν είχαν τελικά επαρκή στα χρώματά μου, έτσι με τα μούτρα κατεβασμένα από τον αντιεπαγγελματισμό τους, απογοήτευση που θα έμενα έτσι στα κρύα του λουτρού με τις ασπρισμένες τρίχες στο στεφάνι του κεφαλιού και τους πόνους σταθερά ανα 20λέπτο να κόβουν την ανάσα μου στα λίγα δευτερόλεπτα που διαρκούσαν, σηκώθηκα βγήκα έξω και περίμενα τον σύντροφό μου που έψαχνε αγωνιωδώς να βρει να παρκάρει. Σάββατο μεσημέρι στο Χαλάνδρι με αυτοκίνητο- την πάτησες! Όσο περίμενα εκείνον να έρθει να με πάρει είχα ήδη μιλήσει με τον αγαπημένο μου κομμωτή στο Γκάζι. Και βέβαια θα με δεχόταν, με καθησύχασε καθώς εγώ σόλαρα από αγανάκτηση που με έδιωξαν τελικά άβαφτη. Ανακουφισμένη που βρήκα ραντεβού στον Κυριάκο, λες και αυτό ήταν το σημαντικότερο στην όλη ιστορία της ημέρας, ανακοίνωσα στον δικό μου όταν έφτασε δίπλα μου και μπήκα στο αυτοκίνητο, ότι θα κατεβαίναμε τελικά κέντρο- δεν το γλίτωνε- αντίθετα από τη θέλησή του που ήταν να ξεχάσω παντελώς το κέντρο και τον “αγαπημένο μου κομμωτή”, “εδώ γεννάμε και αυτή η τρελλή σκέφτεται τα μαλλιά της, αν είναι ποτέ δυνατόν, ΓΥΝΑΙΚΕΣ! και γιατί να βάφετε το μαλλί σας έγκυες γυναίκες στο κάτω κάτω;” Ένα δίκαιο το είχε δεν μπορώ να πω και μάλιστα πολλές φορές οι άντρες έχουν ένα δίκαιο έναντι ημών, αλλά ως εκπρόσωπος του θηλυκού γένους στην προκειμένη, να δηλώσω πως “ποιος είπε πως οι γυναίκες είμαστε 100% έλλογα όντα? Ε, ποιός?” Συνεχίζω την εξιστόρηση, ενώ κατεβαίναμε την Παπανικολή και εκείνος σόλαρε προσπαθώντας να κρατήσει ισορροπίες μεταξύ λογικής και τα πάω καλά και συγκαταβατικά με ό,τι μου ζητάει η γκαστρωμένη-λατρεμένη μου, συνειδητοποιεί εκείνος πρώτος πως το αμάξι μας πνέει τα λοίσθια και μας αφήνει και αυτό στα κρύα του λουτρού!
Ενώ περιμέναμε, ο αγαπημένος μου την οδική ασφάλεια να παραλάβει το Subaru μας και εγώ τον μπαμπά μου με το δικό του αυτοκίνητο να με πάει σπίτι, οι πόνοι συνεχίζονταν ακάθεκτοι ανά τέταρτο πια περίπου να με σουβλίζουν, θυμίζοντάς μας πως εμείς παίζαμε εν αγνοία μας ως κομπάρσοι σ’ενα έργο όπου πρωταγωνιστής ήταν άλλος, και ευτυχώς που γινόταν έτσι Θεέ μου! Πόσο σοφά τα έφτιαξες, «μαγείρεψες» έτσι όλα, που ενώ εγώ ήμουν απασχολημένη στο προσκήνιο με άλλα επουσιώδη, στο παρασκήνιο εκείνος ο ανθρωπάκος μέσα μου προετοιμαζόταν! Φευ, η γέννα μου προχωρούσε ερήμιν μου! Η φύση έκανε τα θαύματά της. Να πιστεύτε στη Φύση, είναι ο μόνος γητευτής, ο μόνος Θεός, αν χρειάζεται να πιστεύουμε πια σε έναν…
Στην κανονικότητα την επίγεια μάς επανέφερε ο super cool Κυριάκος με το μήνυμά του- απάντηση στο δικό μου ακυρωτικό στο messenger. To παραθέτω αυτολεξεί μια και συμπυκνώνει κατά μια έννοια την ουσία της ζωής: Mην αγχώνεσαι,χαλαρά. Τοξότης σου’ρχεται ,θα χρειαστείς ψυχραιμία…
Το απόγευμα σπίτι δεν είχα ακόμα συνειδητοποιήσει πως ήταν η μέρα όπου θα γεννούσα. Αντιμετώπιζα το κάθε λεπτό με απόλυτη συνειδητότητα χωρίς να κάνω σκέψεις για το μετά, χωρίς να αγχώνομαι για κάτι συγκεκριμένο, απλώς μια αγωνία μια και το αίμα που είχα από το πρωί δεν μειωνόταν, οι πόνοι έκαναν την εμφάνισή τους πιο συχνά από τέταρτο πια, και εγώ μόνη να περιμένω τον αγαπημένο μου να γυρίσει σπίτι για να έχω κάποιον δίπλα μου. Συγκεκριμένα μόνο εκείνον ήθελα. Τον άντρα που επί 9 μήνες και από το πρώτο λεπτό, ήταν αδιάλειπτα παρόν στη κυοφορία μου. Υποστηρικτικός, ενθαρρυντικός, να καλύπτει την κάθε ανάγκη που είχα και μάλιστα πριν να την έχω, ακόμα και αυτές που δεν ήξερα ότι είχα. Εκείνος που μιλούσε στην κοιλιά μου για να τον ακούει το πλάσμα μέσα, πριν καν αρχίσω εγώ να του μιλάω. Εκείνος που θα μου κρατούσε το χέρι σε όλη τη διάρκεια της γέννας μου. Η αξιολάτρευτη, αξιοερωτεύσιμη μαία μου, η Γιάννα, μού είχε πει στο χαλαρό, ότι “αν τυχόν οι πόνοι δεν σταματήσουν, μπορούμε να ξεναβρεθούμε στις 7 το απόγευμα στο Σπίτι Θηλασμού και από εκεί βλέπουμε και αναλόγως πράττουμε”.
Όταν πια μιλήσαμε τελευταία φορά στο τηλέφωνο, μού είπε πως με ακούει καλά, αφού μπορώ και της μιλάω (!) και πως θα ήταν καλύτερα να συναντηθούμε πια στο Μητέρα, θα ειδοποιούσε εκείνη το γιατρό μας, τον Σταμάτη.
Με τους πόνους να σφυροκοπούν την κοιλιά μου κάτω χαμηλά και έντονότατα πια, δεν κατάλαβα για πότε βρέθηκα έξω από τα σκαλιά του νοσοκομείου με τις πυτζάμες μου από μέσα και ένα μαύρο παλτό απ’έξω, υποβασταζόμενη από τον άντρα που επέλεξα για συνοδοιπόρο μου. Εκείνος με παρέδωσε στην αγκαλιά της «μαμής» μου, όπως με καμάρι αυτοαποκαλείται η Γιάννα Βασιλάκη στις 6:30 περίπου το απόγευμα. Μέχρι να ξεκινήσουμε μαζί να βαδίζουμε προς την είσοδο, σταθήκαμε για όσο κρατάει μια σύσπαση, όρθιες με τα δικά μου γόνατα να λυγίζουν από τον πόνο και εκείνη να δέχεται στην ζεστή αγκαλιά της όλο το βάρος μου. Στα δευτερόλεπτα αυτά τιμούσαμε τον Γάλλο μαιευτήρα Φ. Λεμπουαγιέ τραγουδώντας τα φωνήντα παρατεταμένα ώστε να επιτρέπουμε ασυνείδητα στην εκπνοή να συμβαίνει και να μην κόβεται- σφίγγεται από τον πόνο. Επί 2 ώρες περίπου όσο κράτησε η γέννα μου είχαμε την τεχνική του σαν όπλο, βοήθημα, για να ξεχνάμε τα επίγεια και να επιχειρούμε βουτιές, όσο γίνεται, στο υποσυνείδητο. Σε αυτά ακριβώς τα υποσυνείδητα επίπεδα και μόνο, είναι που δουλεύει η υπόφυση η οποία επιτρέπει στις «μαγικές» πλην ανθρώπινες ορμόνες να κάνουν τη δουλειά τους δηλαδή να φέρουν σε πέρας έναν φυσικό τοκετό. (Να σημειώσουμε εδώ πως «φυσικός τοκετός» σημαίνει όχι απλώς «φυσιολογικός τοκετός» (δηλαδή γέννα από τον κόλπο), αλλά γέννα χωρίς τεχνητούς πόνους, χωρίς επισκληρίδιο, χωρίς ξύρισμα, κλύσμα, περινεοτομή, αναγκαστικό ανάσκελα ξάπλωμα της γυναίκας και μάλιστα ακινησία στη θέση αυτή, η οποία τυγχάνει να είναι και η πιο άβολη θέση για γέννα και που βολεύει αποκλειστικά και μόνο τους γιατρούς και καθόλου την επίτοκο. Να υπογραμμίσω δε στο σημείο αυτό πως οποιαδήποτε από αυτές τις παρεμβάσεις γίνει, δεν σημαίνει πως ήρθε η καταστροφή του κόσμου. Σίγουρο πάντως είναι πως η όποια παρέμβαση έχει τα κόστη της, και καλό είναι να τα γνωρίζουμε και να είμαστε σε θέση, γνώση να ελαχιστοποιούμε ει δυνατόν τις παρεμβάσεις και να καταφεύγουμε σε αυτές μονάχα όταν είναι απολύτως απαραίτητες έτσι ώστε να μην απομακρυνόμαστε πολύ από τη φυσική διαδικασία σε μια παντελώς τεχνητή γέννα όπου όλα γίνονται από συνήθεια και με by default πρακτικές και μάλιστα φασόν σε όλες τις περιπτώσεις-γυναίκες ενεξαιρέτως και χωρίς να υπάρχει λόγος. Είπαμε η φύση ξέρει καλύτερα, τα έχει όλα καταγράψει η πανσοφία του ανθρώπινου λογισμικού και των θηλυκών γονιδίων. Το αλάνθαστο αποδεικνύεται 2.5 περίπου εκατομμύρια χρόνια τώρα. Εμπιστεύτηκα τη φύση λοιπόν (αφού πρώτα την έμαθα και τη γνώρισα μέσα στα σεμινάρια τοκετού που έκανα με το σύντροφό μου παρέα) και μου ανταπέδωσε μια από τις δυνατότερες εμπειρίες, ομορφότερες συγκινησιακά ημέρες της ζωής μου.
Μπήκα λοιπόν μέσα στην αίθουσα τοκετού γυναίκα, και βγήκα μια μητέρα! Γιάννα, ευτυχώς που δεν έφυγες από τη χώρα μας όπως ήθελες να κάνεις όταν ήσουν νεαρή φοιτήτρια. Ευτυχώς που έμεινες εδώ και έτσι βρέθηκα «στα χέρια σου», σαν να με κράταγε η καλύτερη δυνατή μάνα που θα μπορούσα να έχω.
Μέσα στο δωμάτιο 12 όπου μεταμορφώθηκα και βγήκα δυνατότερος άνθρωπος, υπήρξαν αρκετές οι στιγμές όπου αξίζουν μια υπογράμμιση. Αναφορά στην παρούσα επιστολή, θα κάνω σε δύο ακόμα στιγμιότυπα πέραν της αγκαλιάς όπου με βαστούσε η Γιάννα και τραγουδούσαμε μαζί στις στιγμές των συσπάσεων και που από μόνη της αρκεί σαν ένα παράδειγμα απόλυτης εμπιστοσύνης, στην αγάπη και την γνώση ταυτόχρονα.
Όταν μια σημαντική για εσένα στιγμή της ζωής σου πετυχαίνει έτσι όπως την θέλεις ακριβώς και μέσω αυτής απολαμβάνεις το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα, συνήθως δεν είναι θέμα τύχης, ούτε θέμα στιγμής και μόνο. Έχει προηγηθεί όλη η θέλησή σου, οι ενέργειές σου, οι συνειδητές επιλογές σου, η καθημερινότητά σου βήμα βήμα, που σε φέρνει πιο κοντά στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Έτσι και εμένα οι προηγούμενοι μήνες, ακόμα και όλη η «δουλειά» που είχα κάνει τα τελευταία 4 χρόνια με την «ραϊχική μέθοδο αυτογνωσίας» έπαιξαν το ρόλο τους για τη στιγμή αυτή που θα αναφέρω. Τη σύσπαση όπου έμελλε να είναι η απαρχή των ενεργών εξωθήσεων την θυμάμαι καλά, γιατί με πόνεσε για τα καλά. Εκείνη τη στιγμή που έμελλε να είναι ο καταλύτης της γέννας μου, ο γιατρός που βρέθηκε δίπλα μου μόνο τυχαία δεν βρέθηκε εκεί. Τον είχα διαλέξει εγώ. Ήταν της επιλογής μου. Δεν άφησα τα πράγματα να κυλήσουν ερήμιν μου, με έναν τυχαίο γιατρό, με έναν γιατρό όπου δεν θα ένιωθα άνετα μαζί του, με έναν ψυχρό επαγγελματία, με έναν διεκπαιρεωτή ασθενών. Πριν ένα μήνα ακριβώς, με το που έμπαινα στον 9 δηλαδή, άλλαξα τη γιατρό όπου με παρακολουθούσε από την πρώτη μέρα της εγκυμοσύνης μου, γιατί ένιωθα ότι με τις ιατρικές της προτάσεις, λύσεις, μεθοδολογία και τρόπο επικοινωνίας (όπου και άλλαξε άρδην με κάτι καινούρια δεδομένα που προέκυψαν τον 9ο μήνα) με άγχωνε και μάλιστα χωρίς τελικά επαρκή ιατρικό λόγο, όπως φάνηκε και εκ του αποτελέσματος.
(Είναι μια ιστορία όπου δεν θέλω να υφάνω μέσα σε αυτή την επιστολή γιατί τα νήματά της θα προεξέχουν σαν αγκάθια, σαν παράφωνα παρακλάδια και δεν έχει κανένα νόημα στην παρούσα. Ο λόγος που το αναφέρω είναι γιατί θέλω να τονίσω τη σημασία του να είμαστε ειλικρινείς, παρόντες μέσα στον εαυτό μας και οι πράξεις μας να είναι συγχρονισμένες με τη θέλησή μας. {Λίγοι είναι οι τυχεροί που ως υγιέστατοι ψυχολογικά το μπορούν και εφαρμόζουν αυτό από μόνοι τους. Οι περισσότεροι (όπου ενίοτε άλλα λέμε, άλλα θέλουμε και άλλα τελικά κάνουμε) θέλουμε λίγη ψυχολογική στήριξη, «δουλίτσα» όπως ονομάζουμε τις ψυχοθεραπείες για να καταφέρνουμε το κούρδισμα της θέλησης και της πράξης μας.} Αν άκουγα τις συμβουλές των καλοθελητών τριγύρω να μου λένε «Έλα μωρέ, 9 μήνες είχες τη γιατρό σου, ξέρει την περίπτωσή σου, σε έχει παρακολουθήσει, δεν είναι σωστό να την αλλάξεις τελευταία στιγμή» κτλ ίσως να μην είχα τη γέννα που ήθελα, τη γέννα που ήξερα ότι μπορώ να έχω. Θα πρόδιδα τον εαυτό μου και την αυτοπεποίθηση που ένιωθα στις δυνάμεις μου, στην υγεία μου, στο σώμα μου, στο μυαλό και την καρδιά μου).
Αυτή η απόφαση ένα μήνα πριν, έφερε το Σταμάτη Στουρνάρα να βρίσκεται κοντά μου, διακριτικά μέσα στο δωμάτιο, χωρίς να με ενοχλεί καθόλου, χωρίς να διαταράσσει την ελευθερία κινήσεών μου, χωρίς να ζητά τίποτα από μένα, ούτε την προσοχή, το δέος μου, το θαυμασμό μου, όλα αυτά για τα οποία «ψοφάνε» οι attention whores, τα mainstream δηλαδή γιατρουδάκια. Δεν προσπαθούσε να παριστάνει τον ήρωα, τον πρωταγωνιστή στη σκηνή, γιατί δεν ήταν, όπως κανένας γιατρός δεν είναι σε καμία φυσική γέννα. Ο γιατρός χρειάζεται, όταν και άμα, υπο προυποθέσεις ανάγκης, και μόνο τότε!
Πίσω λοιπόν στο «περιβόητο δωμάτιο 12» στη στιγμή εκείνη της σύσπασης όπου έμελλε να είναι η απαρχή των ενεργών εξωθήσεων. Ο πόνος εκείνος ήταν διαφορετικός από τους μέχρι τότε, καθώς ήταν καταιγιστικός και ολοκληρωτικός σαν σύφουνας εκεί κάτω χαμηλά παντού μπρος και πίσω. Εκείνη τη στιγμή τα μάτια μου καρφώθηκαν τυχαία στο πρόσωπο που βρέθηκε πιο κοντά στο οπτικό μου πεδίο, δηλαδή σε αυτό του γιατρού μου. Εκείνος ήταν καθισμένος στην πολυθρόνα με τα ακουστικά στα αυτιά του και το ήρεμο βλέμμα του στο λαπ τοπ. Εγώ βρισκόμουν κατάχαμα στα γόνατα και πιασμένη από μια μπάρα κολλημένη στον τοίχο για βοήθημα- κράτημα όταν ούρλιαξα χωρίς φειδώ και ντροπή αλλά από τη φυσικότητα της ανάγκης «Πονάω, Σταμάτη». Εκείνος έμεινε ασάλευτος να με κοιτάζει. Περίμενα να περάσει η σύσπαση χωρίς να πάρω τα μάτια μου από πάνω του, σαν όλη μου η ύπαρξη να κρεμόταν από την παρουσία του. Όταν ξαναήρθε η επόμενη σύσπαση σχεδόν αμέσως και ξαναούρλιαξα το ίδιο ίσως πιο ικετευτικά, τον είδα να βγάζει ήρεμα τα ακουστικά από τα αυτιά του, να κατεβάζει το λαπ τοπ του και να με πλησιάζει ατάραχα, θυμίζοντάς μου γιατί πληρώνεις έναν επιστήμονα εκείνη τη στιγμή όταν εσύ «χάνεσαι». Για να είναι εκείνος cool και να σε βοηθάει, γιατί αυτή είναι η δουλειά του, να σε βοηθέι, να σε υπηρετεί, ώστε να κάνεις εσύ τη δουλειά που πρέπει να κάνεις. Όταν με πλησίασε ο κόσμος όλος έγινε το πρόσωπό του όπου μου μιλούσε τόσο αργά, τόσο καθησυχαστικά και τόσο σίγουρα: «Άκουσέ με Κωνσταντίνα, δώσε προσοχή! Μην σπαταλάς τη δύναμή σου ψηλά. Μην σφίγγεις τα χέρια σου, είπε και μου ξεγάτζωσε τις παλάμες από την μπάρα που είχα σφιχτοπιαστεί. Κατέβασε τη δύναμή σου από το κεφάλι και φέρτην μόνο στη λεκάνη. Εκεί να σπρώχνεις και να ανοίγεις. Άφησε τα πάντα έξω, μην κρατάς τίποτα μέσα σου και μη σφίγγεσαι. Τα λόγια αυτά τα οποία σίγουρα τα έχεις ξανακούσει κάπου, κάποτε, από κάποιον (δεν είναι πια και επτασφράγιστο μυστικό) ήταν ό,τι έπρεπε για να με επιστρέψουν στη σωστή μέθοδολογία, να μου θυμίσουν το αυτονόητο της γέννας. Το άφεμα! Αργότερα άκουγα τα ενθαρυντικά αυτά λόγια ξανά και ξανά σε μια πιο ποιητική εκδοχή από τη Γιάννα: «Άνοιξε… Αφέσου… Άνθισε σαν λουλούδι… Υποδέξου το γιο σου…» Από εκείνη τη στιγμή που ενστερνίστηκα τα λόγια του γιατρού και της μαίας μου σαν ευαγγέλιο και τα έκανα αμέσως πράξη, λίγη ώρα με χώριζε από το να κρατάω το μωράκι μου στην αγκαλιά μου.
Το τρίτο στιγμιότυπο το οποίο θα ήθελα να φωτίσω, και να βγάλω στο προσκήνιο από όλα αυτές τις ιδιωτικές στιγμές που λαμβάνουν χώρα σε τέτοιες αίθουσες, είναι το γεγονός ότι σε κάποια φάση της όλης διαδικασίας (κυρίως στην τελευταία φάση των εξωθήσεων) συνειδητοποίησα την ύπαρξη κανα δυο μπορεί και τριών νεαρών νοσοκόμων γυναικών, να μπαίνουν εκ περιτροπής στο δωμάτιο. Εγώ άλλαζα θέσεις κατά βούλησιν και βόλεψη και κάθε τόσο από διαφορετική γωνία στο δωμάτιο εντόπιζα καινούρια πρόσωπα και γυναικείες φιγούρες να με παρατηρούν διακριτικά και ήσυχα από απόσταση. Δεν με πείραζε (γιατί αλλιώς θα το εξέφραζα). Για την ακρίβεια ήμουν τόσο αποροφημένη εσωτερικά στο έργο μου που ήταν «να σερφάρω πάνω στο κάθε κύμα πόνου ώστε να βρεθώ με κάθε σύσπαση ολοένα και πιο κοντά στην ακτή», στην αγκαλιά του αγοριού μου, για να χρησιμοποιήσω λόγια του Λεμπουαγιέ τα οποία και βίωσα αυτολεξεί. Κατόπιν και όταν πια με το μωρό στα χέρια μου δέρμα με δέρμα πλέαμε και οι δύο γαλήνιοι σε πελάγη ευτυχίας για μια τουλάχιστον ώρα χωρίς καμία ενόχληση παρά αστειευόμενοι με τον σύντροφό της ζωής μου, τη Γιάννα και το Σταμάτη, περιμένοντας τον πλακούντα να κάνει κιαυτός την έξοδό του και λοιπές διαδικασίες, ρώτησα για την παρουσία των γυναικών αυτών για να πάρω την απάντηση της μαίας μου και η οποία είναι ουσιαστικά ο μόνος λόγος που σκιαγραφώ τη σκηνή αυτή. «Ξέρεις, επειδή δεν βλέπουν συχνά τέτοιους φυσικούς τοκετούς, με ρωτούσαν μια μια αν μπορούν να μείνουν για λίγο μέσα για να δουν τι κάνεις, πώς φερόμαστε, τη διαδικασία της γέννας.»
(Γιαυτό το σοκαριστικό για μένα γεγονός που συμβαίνει στη χώρα μας, δεν θα πω τίποτα γιατί θα χαλάσω το κλίμα της επιστολής μου αφού θα γίνω κόλαφος. Τα συμπεράσματα δικά σας για τις Ελληνίδες που γεννούν σήμερα κατά 70-80% με καισαρική έναντι του 15% που μάξιμουμ δικαιολογεί ο παγκόσμιος οργανισμός υγείας για τις γέννες παγκόσμια!)
Αν τυχόν κούρασα κάποιους/ες από σας, ή αν ήταν πολλές οι πληροφορίες ή εικόνες, ζητώ να κρατήσετε μονάχα αυτό το τελευταίο. Σε τόσο αξιομνημόνευτες και μοναδικές στιγμές της ζωής σας επιλέξτε το team που θα σας πλαισιώσει. Επιλέξτε δηλαδή επενδύστε στα άτομα περισσότερο και λιγότερο στους χώρους (αν χρειάζεται να επιλέξετε ανάμεσα στα δύο) γιατί τις γέννες, και δη τους φυσικούς τοκετούς δεν τους ορίζει το αν έγιναν στο σπίτι ή στο τάδε χώρο, δωμάτιο του νοσοκομείου α ή β, αλλά το αν είχατε γερά στηρίγματα δίπλα σας με κριτήριο την αγάπη και τη γνώση. Αυτά τα δύο αδιαχώριστα είναι τα κριτήριά μου σε ό,τι κάνω στη ζωή μου, πλέον. Η τελική ερώτηση κριτήριο για να ξέρω αν ένας άνθρωπος, χώρος, τέχνη, μέθοδος μου κάνει ή όχι, αν αξίζει τον κόπο να επενδύσω ή όχι είναι η εξής: Υπάρχει αγάπη και γνώση ταυτόχρονα;
Υ.γ Το κείμενο αυτό αφιερώνεται σε όλες τις γυναίκες που ήθελαν πολύ έναν φυσικό τοκετό αλλά που για τον έναν ή τον άλλο λόγο δεν τον είχαν όπως τον ήθελαν, φαντάστηκαν.
(Φταίνε οι ίδιες, ο φόβος τους, το άγχος τους, η ελλιπής ενημέρωσή τους, η αδιαφορία τους να ενημερωθούν, ο γιατρός τους και οι αποφάσεις του, η αδυναμία τους να εναντιωθούν, αντισταθούν σ’ένα νοσοκομειακό, πελατειακό, βιομηχανοποιημένο περιβάλλον της γέννας όπου όλα τα καθοδηγεί το κέρδος και η παντελής ασέβεια στο θαύμα της γυναικείας δύναμης, η ατυχία π.χ θέση του μωρού πχ οριζόντια; Λεπτή η ισορροπία των ερωταπαντήσεων αυτών που κρίνουν όμως το αποτέλεσμα!
Το φέρουν βαρέως για μια ζωή, ή εως την πιθανή επόμενη γέννα τους, όπου και τελικά ίσως καταφέρουν, αν τολμήσουν, να βιώσουν όλα τα πλούσια και μοναδικά συναισθήματα που αξιώνεται να νιώσει και να απολαύσει μια γυναίκα πριν, κατά τη διάρκεια αλλά και αφού έχει γεννήσει, αβίαστα, φυσικά).
No Comments